Και ποιός ήταν αυτός ο κακός, ο φονιάς, ο άνθρωπος που κρέμασε στο Πολυτεχνείο τόσους φοιτητές, που πεινούσαν οι υπάλληλοι στο Κράτος, που εγκατέλειψε τα ταμεία αδειανά, που έκανε βίλες, που του βρήκανε καταθέσεις στις Τράπεζες, που είχε ένα σπίτι γιομάτο χρυσαφικά, που δεν έφτιαξε ούτε ένα έργο, ούτε ένα Νοσοκομείο, ούτε ένα δρόμο, που δεν βοήθησε να γίνει ούτε ένα εργοστάσιο, που κυνήγησε του Βιομηχάνους;
Ποιός ήταν Γιαγιά, αυτό το Τέρας που πήγε την Πατρίδα μας τόσα χρόνια πίσω; Πώς τον λέγανε, Γιαγιά;
Η Γιαγιά - Ελλάδα καθισμένη στην Αυλή της Ιστορίας, ακούει τα εγγόνια της... Έχουν ακούσει τόσα πολλά για τον Δράκουλα Γεώργιο Παπαδόπουλο, και θέλουν να μάθουν περισσότερα για τον δικτάτορα που ρούφαγε αίμα, που τρέφονταν με σάρκες...
Η Γιαγιά - Ελλάδα σκέπτεται... Ζαρώνει το μέτωπό της, φτάχνει την ποδιά της, πίνει λίγο καφέ φτιαγμένο με κριθάρι και καλαμπόκι που είναι ελαφρύς, λόγω της καρδιάς της, και τους λέει:
- Θα σας πώ ένα παραμύθι... Ένα μεγάλο παραμύθι...
Μιά φορά και έναν καιρό υπήρχε ένας αξιωματικός που τον έλεγαν Γεώργιο Παπαδόπουλο...
Φτωχόπαιδο... Πάντα πρώτος... Μεγάλο μυαλό... Κάποια ημέρα, μετά από πολλές παρακλήσεις, με άλλους φίλους του, πήραν την απόφαση να μπούνε μπροστά... Και έμειναν 7 ολόκληρα χρόνια. Και σωστά ακούσατε τα όσα λένε... Να...
- Χάρισε στους Δημοσιογράφους το λεγόμενο Αγγελιόσημο, που κανείς τους δεν θυμάται...
- Έφτιαξε μεγάλα κτίρια που θα ζήσουν μέχρι το 2500!
- Έφτιαξε Νοσοκομεία...
- Μεγάλους δρόμους...
- Έδωσε στο 80% των υπαλλήλων δάνεια...
- Πήρε για το Στρατό αεροπλάνα και υποβρύχια...
- Δεν είχαμε εκείνα τα χρόνια ούτε μία φωτιά...
- Έδωσε χρήματα σε Βιομηχάνους, Βιοτέχνες, δάνεια...
- Χάρισε τα Αγροτικά χρέη...
- Όπου κι αν πήγαινε ξεσηκωνόταν ο Τόπος!
- Στο Πολυτεχνείο δεν κρέμασε, απλώς τον "κρέμασαν" όσοι ήθελαν να τον ρίξουν...
- Και όταν ήλθαν οι Καλοί και τον έπιασαν, ενώ του έγινε πρόταση να φύγει, αυτός, με την ξεροκεφαλιά που τον έδερνε, προτίμησε να μείνει 25 χρόνια φυλακή...
- Δεν υπέγραφε για να βγεί από την φυλακή, παρά τις ποικίλες υποσχέσεις...
- Και ένα πρωινό, όταν πέθανε, του βρήκαν μόνο τα παράσημα και κάποιες στρατιωτικές στολές. Σκέτος μπατίρης, φτωχός παιδάκια μου... Φτωχός, ενώ θα έπρεπε να ήταν εκατομμυριούχος... Έτσι το συνηθίζουν, τα στερνά χρόνια, όσοι ανακατεύονται με τα πράγματα του Τόπου!
- Καλέ Γιαγιά, τι πράγματα μας λες; Τι ΠΑΡΑΜΥΘΙ μας άρχισες;
- Παιδιά μου, καλά μου παιδιά... Ξέρετε τι είναι πιο αληθινό και από την αλήθεια;
- Τι Γιαγιά;
- ΤΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΠΑΙΔΙΑ ΜΟΥ, το ΠΑΡΑΜΥΘΙ...
Και ο Δικτάτωρ, ο ...δολοφόνος, ο ...Δράκουλας, όπως μου τον είπατε, ήταν μέσα σε αυτό το ΠΑΡΑΜΥΘΙ... Ένα ΠΑΡΑΜΥΘΙ που μετά από πολλά - πολλά χρόνια θα λέμε πάντα...
- ΜΙΑ ΦΟΡΑ και ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ...